"Ήταν πολύ μεγάλη τιμή για μένα να τραγουδήσω τόσο νέος για πρώτη φορά μπροστά στο Αθηναϊκό κοινό" - Γιάννης Χαρούλης

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2005

"Ήταν πολύ μεγάλη τιμή για μένα να τραγουδήσω τόσο νέος για πρώτη φορά μπροστά στο Αθηναϊκό κοινό"

Γιάννης Χαρούλης: ερμηνευτής, προς το παρόν, με φωνή μέταλλο, για κάποιους η διάδοχη φωνή του Ξυλούρη. Ένα γνήσιο Κρητικό παλικάρι 23 μόλις χρονών, βρίσκεται στην αρχή της καριέρας του και έχει ήδη από τα 21 του χρόνια στο ενεργητικό ένα δίσκο με το Μιχάλη Νικολούδη της "Αιολίας". Τον ακούσαμε, μείναμε έκπληκτοι από τη φωνή του, τη στάση του, τη συμπεριφορά του, τη σκηνική του παρουσία. Χωρίς υπερβολή, ήταν τιμή και χαρά που κουβεντιάσαμε μαζί του. Η μικρή του ιστορία έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Η δουλειά του και η φωνή του; Πολύ μεγαλύτερο…




Ερ. Γιάννη, η κουβέντα μας δεν είναι επαγγελματική συνέντευξη αλλά μια κουβέντα μεταξύ Κρητικών. Εμφανίστηκες στα καλλιτεχνικά πράγματα θα λέγαμε, ξαφνικά, για τον περισσότερο κόσμο. Πώς ξεκίνησες;
Γ.Χ.: Μεγάλωσα στα Έξω Λακώνια, ένα χωριό του Αγίου Νικολάου. Μέχρι 9 – 10 χρονών ήμουνα βοσκός, αφού όλη η οικογένειά μου ήταν κτηνοτρόφοι. Βοσκός ήμουνα λοιπόν, και από κει έμαθα και το μαντολίνο, άρχισα δηλαδή να μαθαίνω μουσική. Ο πατέρας μου παίζει λύρα, αλλά παίζει μόνο για τον εαυτό του, και μόνο όταν έρχεται στην όρεξη μια φορά το χρόνο. Και τώρα παίζει όταν κατεβαίνω στο χωριό. Από κει λοιπόν με έπιασε τρέλα, μεράκι, τρελό μεράκι με τη μουσική. Χωρίς να κάθομαι να  συζητάω για τη μουσική, να μελετάω τη μουσική, τη σκεφτόμουνα μόνος μου συνέχεια. Δηλαδή δεν έκανα ποτέ αυτό που κάνουν τα άλλα παιδιά, και καλά κάνουν, να ασχοληθώ με ένα τραγούδι δυο τρεις ώρες, να το μελετήσω. Σήμερα θα το παίξω δυο τρεις ώρες, θα το αφήσω θα φύγω. Δυστυχώς αυτή τη σχέση την έχω ακόμα και τώρα. Δυστυχώς δεν έμαθα ποτέ θεωρία της μουσικής και αυτό το πράμα με προβληματίζει ακόμα και τώρα.

Ερ. Χρειάζεται, λες;
Γ.Χ.: Μέχρις ενός σημείου, αναλόγως τι θες να κάνεις. Χρειάζεται να μπορείς να επικοινωνείς με τους άλλους μουσικούς.

Ερ. Να συνεννοείσαι μαζί τους για κάποια πράγματα…
Γ.Χ.: Ε, ναι, κάνει στη μουσική πολύ πιο εύκολα τα πράματα. Δηλαδή αυτή τη στιγμή θέλω εγώ να πω κάτι στους άλλους μουσικούς, και τους το λέω με νοήματα, σαν να είμαι εγώ Νεάντερταλ και αυτοί να ζούνε πολύ πιο μπροστά (γέλια). Γιατί, αυτοί ξέρουνε θεωρία, η μουσική έχει μεγάλη σχέση με τα Μαθηματικά κι εγώ ήμουνα σκράπας στα Μαθηματικά. Εγώ λοιπόν πρέπει να μάθω κάποια βασικά και ίσως λίγο πιο πολλά.

Ερ. Ωραία, τα μαθαίνεις, λοιπόν όλα στο χωριό σου, εμπειρικά. Είσαι "έτοιμος", μετά, τι γίνεται;
Γ.Χ.: Όταν ήμουν στα 14 – 15, έρχεται ένας φίλος, πλέον, ο Δημήτρης, με άκουσε εκεί στην αυλή  που έπαιζα μαντολινάκι, και με κάλεσε να παίξω σε μια συναυλία.

Ερ. Σε συναυλία, και όχι σε γάμο, πανηγύρι, βάφτιση και τέτοια, ε;
Γ.Χ.: Ναι ο Δημήτρης ο Θραψανιώτης έπαιζε μόνο σε συναυλίες, και ήταν στην περιοχή του Αγίου Νικολάου. Συνεργάστηκα βέβαια έκτοτε και με πολλούς άλλους πούμε βοήθησαν αλλά ο Δημήτρης ήταν ο πρώτος που με έβγαλε μπροστά σε κόσμο. Άρχισα με πανηγύρια τελοσπάντων, οι συναυλίες ήταν ελάχιστες, αλλά εκεί που ξεχώριζα, δεν ήταν στο χορευτικό μέρος του πανηγυριού αλλά στο ακουστικό, δηλαδή στα τραγούδια εκείνα που δεν είναι για να τα χορεύουμε αλλά μόνο για να τα τραγουδάμε και να τα ακούμε. Αυτά ήταν που εμένα μ΄ αρέσανε πάντα. Σε αυτό είδος λοιπόν διακρίθηκα από την αρχή. Εκεί άρχισα λοιπόν να λέω και Ξυλούρη και Λουδοβίκο… Ήταν η εποχή που ψιλοάκουγα μέσω φίλων μου και τα "Αθηναίικα", να τα πούμε έτσι, άλλα από Βόρεια Ελλάδα κ.λ.π.. Τους έλεγα λοιπόν και κανένα από αυτά και στα πανηγύρια και τους άρεσε.
Ερ. Και μετά, αργότερα;

Γ.Χ.: Αυτά γινόντουσαν μέχρι να γίνω 21 περίπου χρονών. Τότε ήταν που γνώρισα το Χρήστο  Θηβαίο, καλοκαίρι του 2001, νομίζω.

Ερ. Τότε που ο Θηβαίος εμπνεύστηκε το τίτλο "Μόνο νερό στη ρίζα" για τον δίσκο της εποχής εκείνης;
Γ.Χ.: Ίσως και λίγο νωρίτερα. Πάντως την επόμενη χρονιά ο Θηβαίος με καλεί να συμμετάσχω στη συναυλία – αφιέρωμα στο Νίκο Ξυλούρη που έγινε στο Λυκαβηττό, καλοκαίρι του 2002. Και πηγαίνω όχι ως καλεσμένος της διοργάνωσης, αλλά ως προσωπικός καλεσμένος του Θηβαίου. Αυτός ήταν να πει 3 τραγούδια και τελικά είπε μόνο ένα, ενώ εγώ είπα δύο, το "Κόσμε Χρυσέ" και το "Οι πόνοι της Παναγιάς". Το δεύτερο είναι τρομερό τραγούδι, από τα διαχρονικότερα, και τώρα που το σκέφτομαι, έχω ανατριχιάσει…

Ερ. Από κει άνοιξαν οι ορίζοντες;
Γ.Χ.: Βέβαια, αυτό ήταν πολύ μεγάλη τιμή για μένα να τραγουδήσω τόσο νέος για πρώτη φορά μπροστά στο Αθηναϊκό κοινό και μάλιστα σε τόσες χιλιάδες κόσμο. Αυτό τιμά και τον ίδιο το Θηβαίο για τι δεν το κάνουνε πολλοί.

Ερ. Έρχεται λοιπόν το χειροκρότημα του Αθηναϊκού κοινού στη συναυλία αλλά καταλαβαίνεις ότι υπάρχει και μια ευρύτερη αποδοχή, έτσι δεν είναι; Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Γ.Χ.: Το επόμενο βήμα είναι ο δίσκος που έκανα, το "Γύρω μου κι εντός" με συνθέσεις του Μιχάλη Νικολούδη.

Ερ. Εννοείς ότι ήρθε αμέσως ο Νικολούδης και σε βρήκε για να κάνετε δίσκο;
Γ.Χ.: Καταρχήν ήρθε ο Κουμπιός ο συνθέτης και εκδότης του περιοδικού "Δίφωνο" μιας που αυτό το περιοδικό διοργάνωσε τη συναυλία για τον Ξυλούρη. Μάλιστα θυμάμαι ότι ο Κουμπιός είχε τόσο άγχος για τη συναυλία που ενώ ο Θηβαίος του έλεγε συνέχεια "πρόσεχε τον μικρό" - εννοούσε εμένα – ο Κουμπιός του απαντούσε "άσε με κι εσύ με το μικρό … μη με πρήζεις" (γέλια). Αυτός τώρα είχε διάφορα προβλήματα με το συντονισμό, με την εξασφάλιση ορισμένων καλλιτεχνών στην ώρα τους, και άλλα τέτοια ενώ ο Θηβαίος του έλεγε συνεχώς για … "τον μικρό". Ε, την επόμενη μέρα ακριβώς ήταν που άρχισα να καταλαβαίνω τι ακριβώς είχε συμβεί. Ήτανε τέτοια η φόρτιση τη μέρα της συναυλίας που είχε κολλήσει το μυαλό μου.

Ερ. Δεν κατάλαβα, όμως, ποιος ήταν αυτός που σε έφερε για πρώτη φορά στην Αθήνα από το χωριό σου;
Γ.Χ.: Μα φυσικά ο Χρήστος ο Θηβαίος.

Ερ. Δηλαδή, αυτός σε κάλεσε να έρθεις να ζήσεις στην πρωτεύουσα για … να κάνεις "καριέρα";
Γ.Χ.: Όχι ήταν αυτός που με βρήκε στο χωρίο μου και με κάλεσε κατ΄ ευθείαν στη συναυλία, "άμα δεν είσαι εσύ, τότε ποιος θα είναι;" μου είπε. Μάλιστα με φιλοξένησε και στο σπίτι του, εκείνες τις μέρες.

Ερ. Ωραία, τι έγινε λοιπόν, την επόμενη μέρα της συναυλίας;
Γ.Χ.: Την επομένη λοιπόν μου ήρθε η διάθεση να πάω να χαιρετήσω την κυρία Ουρανία, τη γυναίκα του συχωρεμένου του Νίκου Ξυλούρη. Πήγα στο δισκοπωλείο που έχει στην Πανεπιστημίου. Δε με θυμότανε στην αρχή η γυναίκα, γιατί με είχε δει μόνο μια φορά. Στην αρχή της είπα "τι κάνετε, με θυμάστε από χθες στη συναυλία;". Αυτή στην αρχή επειδή δεν κατάλαβε ποιος ήμουν και καθώς είναι και πολύ ευγενική γυναίκα, χάρηκε βέβαια και μου είπε ότι ήταν πολύ ωραία συναυλία και ξέρω γω, και μετά της είπα "ξέρετε είμαι το παιδί που τραγούδησε τα δύο τραγούδια….". Αμέσως με αγκάλιασε, με φίλησε … Παρατήρησα, λοιπόν, ότι στο μαγαζί έμπαινε πολύς κόσμος που είχε πάει το προηγούμενο βράδυ στη συναυλία, αλλά και όλη η γειτονιά, οι μαγαζάτορες τη περιοχής. Ρωτούσαν όλοι "ποιος ήταν αυτός ο νεαρός που τραγούδησε και δεν τον ξέρουμε". Εγώ ήμουν εκεί μπροστά τους αλλά δε με αναγνωρίζανε. Ορισμένους τους είχε πάρει τηλέφωνο ή ίδια εκείνη την ώρα και τους έλεγε "έλα εδώ να σου πω κάτι". Όταν ερχόντουσαν τους ρώταγε "ποια ήταν η πιο ωραία στιγμή της συναυλίας, χθες;". Χαρακτηριστικά είχε πει ένας "ε, η πιο ωραία στιγμή ήταν μ΄ εκείνο το κωλόπαιδο, το πιτσιρίκι, που τραγούδησε, ποιος ήταν αυτός;". "Ε, νάτος" του λέει αυτή και με δείχνει (γέλια). Ξέρεις, ήμουνα σαν τη κούκλα τώρα εκεί και ντρεπόμουνα πολύ. Εκείνη τη μέρα έκανα και πολλούς φίλους που τους έχω ακόμα κολλητούς. Τότε λοιπόν κατάλαβα πως κάτι έγινε το προηγούμενο βράδυ, γιατί εγώ μέχρι τότε δεν είχα πάρει χαμπάρι.

Ερ. Φαντάζομαι πως ήταν από τα συγκλονιστικότερα πράματα που έχεις ζήσει, έτσι;
Γ.Χ.: Εννοείται, και ξέρεις, το βράδυ της συναυλίας βγήκα στη σκηνή χωρίς ούτε καν να κοιτάξω εκείνες τις χιλιάδες που ήρθανε να ακούσουν. Αν τους είχα κοιτάξει πρώτα, μάλλον θα λιγονώμουνα, θα λιποθυμούσα, ε γίνεται αλλιώς. Οι θεατές της συναυλίας στο Λυκαβηττό ήταν όλος ο Άγιος Νικόλαος, για μένα, ήταν συγκλονιστικό. Τέλος πάντων, επανερχόμαστε: Με πήρε ο Κουμπιός, ψαρωμένος εγώ γιατί ήμουνα μικρός, μου λέει μπες μέσα να κάνουμε φωτογράφηση για το "Δίφωνο" και τα λοιπά. Μου λέει "θα ρθούν εδώ πέρα τα κορίτσια, θα σε ντύσουνε, θα σε βάψουνε, και θα βγάλεις φωτογραφίες", ξέρεις, μού ΄κανε και πλάκα. Ξέρεις, τώρα εγώ κοπέλι βλαχοκρητικός από την Κρήτη, να μου λένε πως θα με βάψουνε και θα με ντύσουνε και τέτοια, δεν τα ξερα τούτα… Μού λεγε και η άλλη η κοπελιά στο ατελιέ "να ξεκουμπώσουμε και το πουκάμισο λιγάκι να φανεί το στήθος σου" και κάτι τέτοια, κοπέλι εγώ 21 χρονών… τους λέω "εγώ θα σηκωθώ να φύγω, δεν κάθομαι άλλο". Τέλος πάντων κατάλαβα ότι μου κάνανε πλάκα, έγινε η φωτογράφηση για το "Δίφωνο". Μετά ο Κουμπιός με πάει στο Νικολούδη, τον οποίο εγώ τον ήξερα σαν συνθέτη, τον θαύμαζα πολύ, κυρίως βέβαια για την "Αιολία" και προπαντός εκείνο το τραγούδι που λέει "Σαν το σύννεφο φεύγω πετάω…" με το Σκουλά. Ωραία, έτσι άρχισε η φάση, βρήκαμε μια σχέση καλή με το Νικολούδη, είναι από τους ανθρώπους που συμπαθώ πολύ.

Ερ. Και τα παιδιά του ασχολούνται με αυτό το αντικείμενο, έτσι;
Γ.Χ.: Ναι, μα ήταν έτσι, παρεϊστικο – οικογενειακό το στυλ, δηλαδή, εγώ, αυτός και τα παιδιά του που είναι ο Θέμης στο βιολί και Τάνια στο πιάνο. Το καλό της υπόθεσης είναι πως ο Νικολούδης είχε τους στίχους και συνέθετε τότε τη μουσική, δηλαδή, έτσι έγινε ο δίσκος. Τα τραγούδια δεν ήταν έτοιμα από πριν…  Και βέβαια ο δίσκος δεν ήταν του Γιάννη Χαρούλη αλλά του Μιχάλη Νικολούδη. Αυτό εμένα μου έκανε πολύ μεγάλο καλό γιατί εμφανίστηκα πίσω από το όνομα ενός σπουδαίου συνθέτη. Το μειονέκτημα είναι πως αν κάποιος σε ένα δισκοπωλείο ζήταγε το δίσκο του Γιάννη Χαρούλη ενδεχομένως ο υπάλληλος να μην ήξερε για τι πράμα πρόκειται αφού υπήρχε το όνομα Νικολούδης στο δίσκο.

Ερ. Τώρα εσένα, είναι ο πρώτος σου δίσκος. Προφανώς, έχεις κι εσύ το δικό σου μερίδιο από τις πωλήσεις. Πώς θα σου φαινότανε αν ήξερες ότι αυτό το CD το αντιγράφουν κάποιοι και το διανέμουν μεταξύ τους δωρεάν;
Γ.Χ.: Καλά κάνουνε. Κοίταξε να δεις, η εταιρία βγάζει το CD. Από κει και πέρα, ξέρω ότι πουλιέται στις πιο απίθανες τιμές. Ξέρω ότι κάποια δισκοπωλεία στην Αθήνα το δίνουν 12 ευρώ. Κάποια μεγαλύτερα όπως τα Metropolis θα το ΄χουν 14. Στην επαρχία το βρίσκεις με 20. Και τ΄ ακούς τώρα και λες κοίτα τον Χαρούλη που πουλά 20 ευρώ το CD του, ποιος νομίζει πως είναι; Και βρίσκει το μπελά του πάντα ο καλλιτέχνης, ενώ δεν είναι έτσι. Το ίδιο και με τις τιμές στις συναυλίες. Αυτές κανονίζονται από τους μάνατζερ και όχι από τους καλλιτέχνες.
Ερ. Καλά, βγαίνει ο δίσκος, και πρέπει ν΄ αρχίσεις να παρουσιάζεις και κάποιο πρόγραμμα στην Αθήνα, έτσι δεν είναι;
Γ.Χ.: Ακριβώς, πριν ακόμα κυκλοφορήσει ο δίσκος, ο Βαγγέλης ο Περάκης ο παραγωγός του "Μελωδία FM" με παρακίνησε να κάνω ζωντανές παρουσιάσεις. Εγώ μέχρι τότε μόνο το λυράρη στα πανηγύρια έκανα. "Ανέβα", μου λέει, "και παίξε έστω και μπροστά σε 5 άτομα". Αρχές του 2003 λοιπόν κάνουμε τη παρουσίαση του δίσκου σε μαγαζί. Καλώ και καμιά σαρανταριά γνωστούς για να φαίνεται ότι υπάρχει κάμποσος κόσμος στο μαγαζί, τελικά όμως, δεν έπεφτε καρφίτσα. Δεύτερη βραδιά ακόμη πιο πολλοί. Βέβαια, ήταν οι περισσότεροι Κρητικοί. Δόξα το Θεό από τότε όπου έχω παίξει πάντα έχω κόσμο. Αυτό που μου αρέσει είναι ότι γίνομαι σιγά σιγά γνωστός με το μιλητό και όχι με τη διαφήμιση, Πολύ μ΄ αρέσει αυτή η ιδέα. όχι ότι δεν έχω διαφημιστεί κι αλλιώς. Για παράδειγμα η Μπήλιω Τσουκαλά στην κρατική τηλεόραση μ΄ έχει καλέσει 3 φορές μέχρι τώρα.

Ερ. Και μετά από αυτές τις ζωντανές παρουσιάσεις, τι έγινε;
Γ.Χ.: Την επομένη της επίσημης παρουσίασης του δίσκου παρουσιάστηκα φαντάρος στην αεροπορία, το Μάρτη του 2003. Εννοείται ότι ειδικά τους 8 πρώτους μήνες δεν μπόρεσα να κάνω κάτι για την προώθηση του δίσκου γιατί δεν μπορούσα ούτε να βγαίνω. Πήγα 14 μήνες φαντάρος αλλά τα μετά τους πρώτους 8 τα πράματα άλλαξαν. Τρίπολη, Σούδα, Ελευσίνα και τραγούδησα εκείνο το χειμώνα με την Κανά στα "Δεκατρία Φεγγάρια".

Ερ. Σε είχα δει το Γενάρη του 2004, ήσασταν όλοι υπέροχοι.
Γ.Χ.: Πάντως αυτή η συνεργασία με την Κανά μου έκανε πάρα πολύ καλό. Αν δεν είχα δουλέψει μαζί της δεν ξέρω τι θα έκανα. Σπίτι δεν είχα, με φιλοξενούσανε κάτι φίλοι, είχα αρχίσει και τους ντρεπόμουνα πια. Πάντως ήταν μοναδικό πράγμα αυτή η συνεργασία για μένα με τη Μελίνα Κανά και με βοήθησε τρομερά.

Ερ. Πάντως πρέπει να ομολογήσω ότι το πρόγραμμά σου και το φετινό στο "Συρμό" που σε είδα εδώ στην Αθήνα ήταν μοναδικό, εξαιρετικό, πολύ καλύτερο από ό,τι φανταζόμουν. Παρατήρησα ότι τραγουδάς όλους τους κλασσικούς Έλληνες συνθέτες και λίγα λαϊκά.
Γ.Χ.: Ναι είναι αλήθεια ότι ενώ μου αρέσει το λαϊκό, δεν μου αρέσει να το τραγουδάω γι΄ αυτό προτιμώ πιο κλασσικούς συνθέτες.

Ερ. Τραγουδάς και αρκετά τραγούδια του Θανάση Παπακωνσταντίνου.
Γ.Χ.: Όταν ήμουν μαθητής στο χωριό, έρχεται ένας Λαρισαίος καθηγητής μου και μου λέει πάρε αυτή την κασέτα κι άκου έναν Λαρισαίο συνάδελφό σου. Ήταν ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. έπαθα πλάκα, ξέρεις. Δεν ήταν μόνο το μέταλλο της φωνής, αλλά έμεινα έκθαμβος και από τις συνθέσεις, λέω είναι δυαντόν το λαούτο να παίζει τέτοια πράγματα; Το λαούτο δεν είναι μόνο γρούτσου - γρούτσου στα Κρητικά, με το λαούτο μπορείς να παίξεις ακόρντα και τέτοια πράματα. Και μετά από χρόνια τον γνώρισα. Για μένα ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας "συνάδελφος λαουτιέρης" που μπορεί με το λαούτο του να κάνει απίστευτα πράματα. Θεωρώ πως είναι ο ίσως ο πιο σημαντικός δημιουργός στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή.

Ερ. Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
Γ.Χ.: Κατά αρχήν το πρώτο που με ενδιαφέρει είναι να μπορώ εδώ στην Αθήνα να βγάζω τα προς το ζην. Να μη σκέφτομαι πως δεν έχω λεφτά αλλά αν έχω το μυαλό μου στη μουσική. Φυσικά σκέφτομαι να βγάλω δίσκο, αλλά όχι πολύ άμεσα, το επεξεργάζομαι.

Ερ. Είναι γνωστό πως ο χώρος είναι πολύ σκληρός, με ανταγωνισμό, με ψέμα και λοιπά. Άρα εσύ έχεις ανάγκη εκτός από κάποιος ανθρώπους που θα είναι συνεπείς στα λεγόμενα τους, χρειάζεσαι και κάποιους φίλους που θα σε στηρίξουν, έτσι;
Γ.Χ.: Σωστά, φίλους που δεν θα είναι μόνο από τον στενά επαγγελματικό χώρο, ανθρώπους με τους οποίους δε θα μιλώ μόνο για την επαγγελματική μουσική, αλλά για τη μουσική γενικότερα, φίλους με τους οποίους θα συζητάμε για την Κρήτη και τέτοια πράματα, όπως καλή ώρα κάνουμε εμείς τώρα. Έχω το δίσκο τώρα που με καίει σαν θέμα, και επειδή οι καλοί τραγουδοποιοί, συνθέτες, στιχουργοί, είναι λίγοι, δε γουστάρω να τους πρήζω κι εγώ με τα δικά μου όπως κάνει όλο το Πανελλήνιο, για παράδειγμα, με Περίδη, Μάλαμα, Πασχαλίδη, Θηβαίο, Παπακωνσταντίνου, είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Δεν πρέπει να τους πρήζουμε. Εγώ θέλω να κάνω κάτι δικό μου, και ψάχνω ανθρώπους που δεν είναι επαγγελματίες που ασχολούνται με το στίχο ή με τη μουσική.

Ερ. Πιστεύω πως με τη μέχρι τώρα δημόσια παρουσία σου, έχεις επιλέξει ήδη σε ποιο χώρο του τραγουδιού θα κινηθείς. Είναι αυτό που λέμε με την ευρύτερη έννοια "έντεχνο τραγούδι" στην Ελλάδα. Βέβαια, κακά τα ψέματα, σε κυνηγάει μια ιδιότητα που είναι ευχή και κατάρα μαζί: η φωνή σου μοιάζει πολύ με του Ξυλούρη. Άρα δημιουργείς ενδεχομένως και αντιφατικές εικόνες στα μυαλά του κόσμου. Έχεις και την Κρητική ατμόσφαιρα που δημιουργείς με την παρουσία σου.
Γ.Χ.: Ναι είναι αυτό το μέταλλο που υπάρχει στη φωνή όπως και στις φωνές των Θανάση Παπακωνσταντίνου ή του Χατζή ή του Σκουλά. Για το Θανάση έλεγα πως είναι ο … Ξυλούρης της Λάρισας. Και ξέρεις, όταν μιλάω η φωνή μου δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ακούς όταν τραγουδάω. Δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό. Πάντως το θέμα είναι να βρεις ένα καλό παραγωγό που να τον εμπιστεύεσαι. Είναι εύκολο; Θα δείξει.

Σού ευχόμαστε καλή συνέχεια και σε περιμένουμε να σε δούμε στα Χανιά το Σεπτέμβρη.


Πηγή: www.pyxida.gr
Συντάκτης: Αντώνης Περιβολάκης